Γράφει ο Κωνσταντίνος Α. Ζώκος
Δάσκαλος Φυσικής
Σε προηγούμενη αρθρογραφία, που απευθύνεται άμεσα στα κοινωνικά υποκείμενα και έμμεσα - ως διεγέρτης - σε ομοτίμους μελετητές, παρουσιάστηκε το Πειραματικό Σχολείο ως πρόταση ανάταξης της προβληματικής κατάστασης του σημερινού σχολικού συστήματος και του συνδυασμένου με αυτό παραεκπαιδευτικού μηχανισμού του φροντιστηρίου. Η πρόταση θεωρεί το σχολείο ως δομή μετασχηματισμού στην οποία δύο είναι τα κύρια δομικά στοιχεία: (α) το υποκείμενο, «ο μαθητής» ως διακριτή προσωπικότητα και ως ομάδα, που αποτελεί τον κεντρικό παράγοντα γνωστικού μετασχηματισμού και (β) το «πλαίσιο» που αποτελεί το περιβάλλον υποστήριξης του κεντρικού παράγοντα της δομής. Σιωπηλά υποστηρίζεται ότι στο σημερινό εμπλεκόμενο σχολικό-φροντιστηριακό (φροσχολικό) σύστημα ο μαθητής χρησιμοποιείται για να «βγει η ύλη» που καθορίζουν τα προγράμματα σπουδών και τα βιβλία, ενώ παραγωγικό θα ήταν να συνέβαινε το αντίθετο. Φωτίζοντας περισσότερο αυτό το τελευταίο, θα ήθελα να κλείσω - έστω και προσωρινά - την πρόταση ανάταξης της προβληματικής κατάστασης με συνοπτική αναφορά σε διαδικασίες μέσω των οποίων «το πλαίσιο» θα (μπορούσε να) συμβάλει στην ανατροπή, διαδικασίες οι οποίες συνδέονται με εμπειρίες των δεκαετιών του 1990 και του 2000, με εφαρμογή σε ένα γνωστικό αντικείμενο.
Εφόσον «ο μαθητής» βρίσκεται στο κέντρο του Πειραματικού Σχολείου - όπως (θα έπρεπε) και κάθε συμβατικού σχολείου - το «πλαίσιο» οφείλει να αναγνωρίσει το αρχικό επίπεδο του κεντρικού παράγοντα, αναγνωρίζοντας όχι τόσο το αρχικό γνωσιακό φορτίο που κατέχει όσο τις γνωστικές ικανότητες που έχει όταν εισέρχεται στο σχολείο, το οποίο θα είναι καλό να το σκεφτόμαστε ως μια δομή μετασχηματισμού. Η γνώση του επιπέδου οικοδόμησης των γνωστικών ικανοτήτων του μαθητή, που φυσικά συσχετίζεται με την ηλικία του, θα βοηθήσει το «πλαίσιο» να σχεδιάσει για τον κάθε μαθητή: ποιες ικανότητες θα πρέπει να υποστηριχθούν για να ενισχυθούν, ποιο επίπεδο κάθε ικανότητας θα πρέπει να εδραιωθεί, αλλά και σε πιο επίπεδο της κάθε ικανότητας θα πρέπει να υποστηριχθεί ο μαθητής να περάσει, εξελίσσοντας έτσι τον βαθμιαίο γνωστικό του μετασχηματισμό. Μέσα από τέτοιες διαδρομές λειτουργίας του σχολείου μπορεί να γίνουν αντιληπτά «τα κενά» που υπάρχουν στον κάθε μαθητή, όχι τόσο στο πλήθος των γνώσεων που κατέχει όσο στις γνωστικές λειτουργίες του, οι οποίες συνδέονται με το επίπεδο που έχει οικοδομήσει για κάθε γνωστική ικανότητά του. Η διόρθωση των «κενών» διαμορφώνει το πλέον στέρεο υπόβαθρο για να οδηγηθεί ο μαθητής στο επόμενο επίπεδο, κάτι που στο σημερινό σύστημα « ολοκλήρωσης της ύλης» συνήθως σπάνια επιχειρείται.
Εφόσον ο μαθητής τοποθετήθηκε στο κέντρο του σχολείου-δομή μετασχηματισμού, θα ήταν καλό να σχεδιαστεί η «ολοκλήρωση του μαθητή» - αμέσως μετά από την αναγνώριση της «αρχικής κατάστασής του» - τόσο σε μερικό επίπεδο που εντοπίζεται στην διαμόρφωση του κάθε διακριτού γνωστικού αντικειμένου (μαθήματος) όσο και σε γενικό επίπεδο που θα μπορούσε να αναφερθεί και ως συνδυασμένο δίκτυο γνωστικών αντικειμένων. Τα δύο επίπεδα των στοιχείων του «πλαισίου», καλό θα ήταν να σχεδιάζονται και να υλοποιούνται έτσι ώστε να υπηρετούν την κεντρική στόχευση του σχολείου, που θυμόμαστε ότι είναι ο γνωστικός μετασχηματισμός του μαθητή. Αυτό σημαίνει ότι (θα ήταν καλό να) τα προσεγγίζουμε ως εργαλεία με χαρακτηριστικά που να συνάδουν με την γνωστική κατάσταση και την ηλικιακή περίοδο του κάθε μαθητή, αλλά και των μαθητών ως ομάδα και όχι ως προτάσεις συσσώρευσης γνωσιακού φορτίου, το οποίο στα σημερινά συμβατικά σχολεία θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι επιχειρείται με υλικά «ατάκτως ερριμμένα».
Ο κεντρικός παράγοντας, ο μαθητής, θα πρέπει να οδηγηθεί με τον καταλληλότερο τρόπο ώστε από την αλληλεπίδρασή του με το κάθε γνωστικό αντικείμενο, με το κάθε μάθημα, να καταστεί δυνατόν να διαχειριστεί μόνος του εκείνα τα στοιχεία που θα τον καταστήσουν ικανό αφενός να ενισχύσει τη γνωστική κατάσταση στην οποία βρίσκεται αφετέρου να διαμορφώσει το έδαφος για να οδηγήσει (ο ίδιος) τον εαυτό του στο επόμενο επίπεδο της γνωστικής κατάστασής του. Σε αυτό θα μπορέσουν να συμβάλουν: το περιεχόμενο και η οργάνωση του υλικού που σχεδιάστηκε για την υποστήριξή του μαθητή, η μέθοδος που θα ακολουθήσει και φυσικά ο Δάσκαλος ο οποίος θα επιβλέπει και θα παρακολουθεί την όλη πορεία γνωστικού μετασχηματισμού που επιχειρείται, λειτουργώντας ως ειδικός επιστήμονας. Η λειτουργία αυτή, βέβαια, προϋποθέτει διαρκή ενημέρωση και συνεχή επιμόρφωση, όμως θα αφήσουμε αυτή τη διαδρομή για κάποια επόμενο άρθρο, προβάλλοντας εδώ μόνο τον σημαντικότατο ρόλο του σε όλη αυτή τη διαδικασία μετασχηματισμού, όμοιο - ίσως και λίγο σημαντικότερο - με το ρόλο ενός επιστήμονα του χώρου της υγείας. Σήμερα τα βιβλία, μεμονωμένα ή πακέτα, των διαφόρων μαθημάτων που χρησιμοποιούνται στο σχολικό σύστημα χαρακτηρίζονται από παράθεση ύλης χωρίς συνοχή, χωρίς σχεδιασμό και οπωσδήποτε χωρίς να μπορούν να υπηρετούν γνωστικούς μετασχηματισμούς των υποκειμένων από τα οποία χρησιμοποιούνται. Έτσι, το μόνο που τελικά επιτυγχάνουν είναι ο αποπροσανατολισμός του μαθητή και τελικά η απόρριψή τους από αυτόν. Περιορίζοντας την σκέψη μας στο βιβλίο θα ήταν καλό να σημειώσουμε ότι πρέπει να υπηρετεί κάποιες αρχές: δεν θα πρέπει να είναι αποθήκη πληροφορίας, αυτή τη βρίσκει ο μαθητής παντού, θα πρέπει να μεταφέρει την εξέλιξη της επιστήμης που χρησιμοποιεί το κάθε μάθημα, ώστε να μη θεωρεί ο μαθητής ότι η προσφερόμενη πληροφορία είναι στατική και ακόμη, θα πρέπει - το βιβλίο - να μπορεί να συμβάλει στο γνωστικό μετασχηματισμό του μαθητή. Αφήνω για αργότερα σχόλια για τη μέθοδο και τον τρόπο παρακολούθησης της πορείας γνωστικού μετασχηματισμού του μαθητή από τον Δάσκαλο.
Επειδή, όπως έχει πολλές φορές αναφερθεί, ο μαθητής είναι ο κεντρικός παράγοντας του Πειραματικού σχολείου και ο γνωστικός μετασχηματισμός η στόχευση, δεν θα ήταν περίεργο να αναφερθούμε και στο δίκτυο των γνωστικών αντικειμένων, το σύνολο των μαθημάτων, με τη συμβολή των οποίων επιχειρείται αυτός ο μετασχηματισμός. Ας σκεφθούμε για λίγο το σημερινό σχολείο: Ο μαθητής στο κέντρο και γύρω από αυτόν μια σειρά από μαθήματα που το καθένα περιλαμβάνει το δικό του περιεχόμενο, το οποίο ο εκπαιδευτικός που το διδάσκει το προωθεί με κάποιο τρόπο στον μαθητή. Ο μαθητής δέχεται σειρά πληροφοριών από διαφορετικά επιστημονικά πεδία, συνήθως διακριτά και διαφορετικά μεταξύ τους, το οποία ο αποδέκτης θα πρέπει να «μάθει». Δεν χρειάζεται να σκεφθούμε πολύ για να βρούμε πια μέθοδο μεταφοράς στη μνήμη χρησιμοποιείται σήμερα κατά κόρον, ούτε πόσο η πληροφορία που μεταφέρεται παραμένει στη μνήμη του μαθητή. Το παιχνίδι «χάνεται», ο μαθητής πολυδιασπάται και θεωρεί πως κάτι μπορεί να καταλάβει και να μάθει και κάτι άλλο όχι. Οπότε, άλλα τα παρατάει και άλλα τα προσεγγίζει με πάθος (στην καλύτερη περίπτωση). Το ποιο είναι το επίπεδο γνώσεων των σύγχρονων μαθητών δεν χρειάζεται να το αναφέρουμε, το έχουμε ήδη επεξεργαστεί σε προηγούμενες σειρές άρθρων. Σε αντίθεση, στο Πειραματικό σχολείο, όλα τα γνωστικά αντικείμενα οφείλουν να σχεδιάζονται και να υλοποιούνται έτσι ώστε όλα να συντονίζονται στην ίδια κατεύθυνση: στην σταθεροποίηση σειράς γνωστικών ικανοτήτων του μαθητή σε κάθε ηλικιακό στάδιο και στην προετοιμασία του για την οικοδόμηση του επόμενου επιπέδου των γνωστικών ικανοτήτων του ίδιου ή του επόμενου ηλικιακού σταδίου. Δεν θα προχωρήσουμε περισσότερο.
Ας κλείσουμε: Στη σειρά των δύο άρθρων που προηγήθηκαν και του σημερινού έγινε προσπάθεια να διαχυθεί σε κοινωνικό επίπεδο η θέση ότι ένα Πειραματικό Σχολείο θα μπορούσε να αποτελέσει δομή που να ανατάξει το υπό κατάρρευση σημερινό σχολικό-φροντιστηριακό (φροσχολικό) σύστημα. Σε ένα τέτοιο σχολείο, το οποίο πρέπει να αποτελεί δομή μετασχηματισμού, το κύριο και κατά συνέπεια κεντρικό στοιχείο είναι ο μαθητής, του οποίου τον γνωστικό μετασχηματισμό οφείλει να υποστηρίξει το σχολείο, με τη συνδρομή του άλλου κύριου στοιχείου του, του πλαισίου υποστήριξης. Τέλος, παρατέθηκαν μια σειρά επιμέρους αναφορών-σχόλια μέσω των οποίων καθίσταται σαφές το πώς θα μπορούσε το πλαίσιο να υποστηρίξει το στόχο του γνωστικού μετασχηματισμού του μαθητή. Θα μπορούσαμε να αναπτύξουμε και άλλο το θέμα, όπως για παράδειγμα να αναφερθούμε στη μέθοδο ή στον τρόπο παρακολούθησης της θεραπείας του μαθητή στο σχολείο, όμως το ζήτημα που θέλω να υπηρετήσω στην παρούσα φάση είναι αφενός να συμμαζέψω σε μια σφικτή μορφή μια σειρά σκέψεων που τρέχουν στους νευρώνες μου και αφετέρου να επικοινωνήσω τις σκέψεις αυτές στην κοινωνία, αλλά και ως διεγέρτη σε ομοτίμους μου. Σίγουρα πολλά τμήματα των άρθρων αυτών - αργότερα - θα αναπτυχθούν περισσότερο, όμως προς ώρας σταματάμε. Αν έστω και ένας συνοδοιπόρος στην πορεία της κοινωνίας μας έχει προβληματιστεί έστω και λίγο, τότε η σειρά αυτή των άρθρων πέτυχε το σκοπό της. Αν αυτό μπορεί να επιτευχθεί στην ελλαδική μας πραγματικότητα; Να η πρόκληση για ένα διαφορετικό μέλλον.