Τη νύχτα
ξέχασε το παράθυρο ανοιχτό
κι` ύστερα γέμισε το δωμάτιο αστέρια.
Πέρασαν βάσανα τότε από κει
απογοητευμένοι
ποιητές κρατώντας κουρασμένες λέξεις
και δεκαετίες που χώνευαν
αυτά που οι μήνες αποστρεφόταν.
Τι μνήμες;
Τότε που ο Αργύρης ήρθε αιμόφυρτος,
που η Ευρυδίκη κεντούσε τα προικιά της
στη φυλακή,
ο Διονύσης που έκλαιγε την κάθε του λέξη,
κι` ο Κωστής
που ζωγράφιζε καινούργιες καρδιές
ν` αντέχουν
τους χωρισμούς.
Τη νύχτα όμως
ξέχασε το παράθυρο ανοιχτό
και γέμισε το δωμάτιο αστέρια.
Απ` αυτά
που παρηγορούσαν τα «ΑΝΤΙΟ»,
και ανάβαν τα καντήλια των ξεχασμένων.
Ροές της θάλασσας
παρασταθείτε με,
έλεγε στην προσευχή του Αυτός
που ξέχασε το παράθυρο ανοιχτό
και γέμισε το δωμάτιο αστέρια.