Tου Απόστολου Ιωσηφίδη
«[…] Τῇ 7 Αὐγούστου {1901}, ἐν συνοδείᾳ τοῦ Πανοσιωτάτου ἀρχιμανδρίτου κ. Ἐλευθερίου Καστρηνσίου[1], ἀνεχωρήσαμεν ἐκ Πειραιῶς διὰ τοῦ Ἑλληνικοῦ ἀτμοπλοίου “Πηνειὸς” διὰ τὴν Θεσσαλονίκην.
[…] Τῇ 15 Αὐγούστου ἀνεχωρήσαμεν ἐκ Θεσσαλονίκης ἐν τῷ σιδηροδρόμῳ τοὺς ὡραίους ὕμνους τῆς Θεομήτορος μετὰ τοῦ ἱεροῦ ἡμῶν συνοδίτου ὑποψάλλοντες, καὶ ἀφίχθημεν εἰς Βέρροιαν, ἕκτην ταύτην ἐν Μακεδονίᾳ πόλιν, ἣν ἀπὸ Θεσσαλονίκης ὁ Παῦλος νύκτωρ διωκώμενος κατέλαβεν.
Δὲν περιγράφεται ἡ ἱερὰ συγκίνησις, ὑφ᾿ ἧς κατελήφθημεν τοὺς ἐν Βερροίᾳ Ἕλληνας δούλους ἀδελφοὺς ἡμών Χριστιανοὺς ἐπισκεφθέντες.
Ἐν ταύτῃ οὐδεμίαν σχεδὸν ἀφήκαμεν Ἐκκλησίαν ἢ Παρεκκλήσιον, ὧν ὁ ἀριθμὸς περὶ τὰ 50 ἀναβαίνει, ἐν οἷς δὲν ἐσπουδάσαμεν ἢ δὲν περιεργάψαμεν τὰ ἐν αὐτοῖς, τὰς εἰκόνας, τὴν τέχνην, τὰς ἐπιγραφάς, τὰ σκεύη κλ. κλ. […]»[2]
Το Δεκαπενταύγουστο του 1901, ο Γεώργιος Λαμπάκης[3] {φωτογρ. «1»}, εκ των ιδρυτών της Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας και γραμματέας της Βασίλισσας Όλγας, σε μια από τις ετήσιες (ανά την ελεύθερη και την δούλη Ελλάδα) περιηγήσεις του, επισκέπτεται την Βέροια, όπου αντιγράφει στο σημειωματάριό του πλήθος επιγραφών και χαραγμάτων από τις εικόνες, τις τοιχογραφίες και τα λειτουργικά βιβλία των εκκλησιών της και φωτογραφίζει: εμβληματικά μνημεία της [: το Βήμα του Αποστόλου Παύλου, τους Ιερούς Ναούς της Μητροπόλεως, της Κυριωτίσσης και των Αγίων Κηρύκου και Ιουλίττης, τον ανατολικό τοίχο του «ἠρειπωμένου» [4] Ιερού Ναού του Αγίου Νικολάου του Φραντζή (που θυσιάστηκε χάριν της ανέγερσης του Γυμνασίου, -νυν Δημαρχείου)], καθώς και ιερά κειμήλια (: «εἰλητάριον τῆς θείας λειτουργίας προερχόμενον ἐκ τῆς Μ. Δομπρᾶς»).
Μια -πολύ περισσότερο ανετότερη και πολύ λιγότερο περιπετειώδη εκείνων του Λαμπάκη, και πάντως εξαιρετικά ενδιαφέρουσα- περιήγηση, όχι μόνο στις πρωιμότερες ίσως εικόνες του Βήματος (ληφθείσες τον Αύγουστο του 1901), αλλά και στο σύνολο του φωτογραφικού αρχείου, των ημερολογίων, των σημειώσεων, των δημοσιεύσεων κ.λπ. του Γ. Λαμπάκη, προσφέρει ο ιδιαιτέρως προσεγμένος διαδικτυακός τόπος της οικογένειας Λαμπάκη (www.aol.org.gr), που έχει καταθέσει τη συλλογή των πολύτιμων φωτογραφιών της και στο Βυζαντινό & Χριστιανικό Μουσείο, στον αντίστοιχο διαδικτυακό τόπο του οποίου (www.byzantinemuseum.gr) βρίσκονται επίσης αναρτημένες.
Την επίσκεψη του Γ. Λαμπάκη στο Βήμα μετά «<τῆς> φωτογραφικῆς ἰδίας αὐτοῦ μηχανῆς», μνημονεύει 33 χρόνια αργότερα (το 1934), σε εκτενές άρθρο του στον «Ἀστέρα Βερροίας», ο Ιερομόναχος Ιωαννίκιος Μηλιόπουλος από την Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου:
«[…] κατά διαφόρους δὲ καιρούς, προσῆλθον ἀνερχόμενοι πρὸς τὸ Βῆμα μετὰ σπουδῆς καὶ μελέτης ἔνεκεν, ἐκ τῶν ἡμετέρων μὲν οἱ ἀείμνηστοι καὶ ἐν οὐρανῷ ἀκόμη στενοὶ φίλοι Γ. Λαμπάκης, Δημήτριος Βικέλλας[5], καὶ Πέτρος Ν. Παπαγεωργίου [6], […]
φέρομεν εἰς γνῶσιν ἀπὸ τῶν στηλῶν τοῦ “Ἀστέρος” ὅτι ἐν καιρῷ θὰ δημοσιευθῇ ἀπὸ τῶν στηλῶν αὐτοῦ ἡ εἰκὼν τοῦ ἱστορικοῦ Βήματος ὡς εἶχεν αὕτη κατὰ τὴν ἐποχήν τῆς ἀφίξεως τῆς τριανδρίας ἐν Βεροίᾳ καὶ τὴν ὁποίαν μόνος ὁ Γ. Λαμπάκης, διὰ φωτογραφικῆς ἰδίας αὐτοῦ μηχανῆς ἔλαβε καὶ ἥτις ἐπέπρωτο νὰ περισώσῃ τὸ ἱστορικὸν Βῆμα τὸ γλυκαῖνον τὰ τῶν εὐσεβῶν αἰσθητήρια.
Ἐν τῇ Ι.Μ.Τ. Προδρόμου “Σκήτη Βεροίας”
Ἰωαννίκιος Ἱερομόναχος Μηλιόπουλος»
«Ἀστὴρ Βερροίας», 23-08-1934 και 30-08-1934.
Η προαναγγελθείσα δημοσίευση της «<εἰκόνος> τοῦ ἱστορικοῦ Βήματος ὡς εἶχεν αὕτη κατὰ τὴν ἐποχήν τῆς ἀφίξεως […] <τοῦ> Γ. Λαμπάκη» φαίνεται πως δεν έλαβε χώρα, τουλάχιστον στις σελίδες του «Ἀστέρος», καθώς δεν εντοπίζεται ούτε στα αμέσως επόμενα αλλά ούτε και σε μεταγενέστερα φύλλα του.
Από τους προμνημονευθέντες διαδικτυακούς τόπους αντλούνται και, με την καθοριστική συνδρομή του πατρός Γερασίμου Μπεκέ και του πατρός Παντελεήμονος Παπαεμμανουήλ, (επανα)παρουσιάζονται, με αφορμή και την ανακοίνωση της εγκριθείσας ανακαίνισής του, οι «αρχαιότερες» φωτογραφικές απεικονίσεις του Βήματος {φωτογρ. «2»-«3»}.
Καθώς, όμως, διανύουμε τον μήνα των «Παυλείων», όπου ειδικότερα φέτος μας εισόδευσε η έλευση του ιερού λειψάνου του Αγίου Χαραλάμπους, ας επιχειρηθεί, μαζί με την (επ)αναδημοσίευση των φωτογραφιών του, και μια δεύτερη, μετά από 124 χρόνια, «επίσκεψη» του Γεωργίου Λαμπάκη στην Βέροια, με την παράθεση ενός σημειώματός του για:
«Τὸ πουκάμισο τοῦ Ἁγίου Χαραλάμπου
[Ὁ καλὸς τῆς “Ἑβδομάδος” φίλος καὶ συνεργάτης, ὁ πρὸ τῆς εἰσόδου αὐτῆς ἱστάμενος καὶ δίδων τοῖς εἰσιοῦσιν ὡς ἁγίασμα ἢ ἀλεξιτήριον παντὸς πονηροῦ πνεύματος, μικρὰν ἀλλὰ πολύτιμον σημείωσιν περὶ τῶν ἑορτῶν καὶ τῶν κατ᾿ αὐτὰς μνημονευομένων Ἁγίων, διηγήθη ἡμῖν τὸ κατωτέρω περίεργον ἔθιμον, ὅπερ ἐτελεῖτό ποτε ἐν Σαλαμῖνι.]
Ἄλλοτε ἐπίστευον πολὺ.
Ὁ Χριστὸς ἐνεφανίζετο ἀκόμη εἰς τὰ παιδία, αἱ γυναῖκες τῆς Ἑλλάδος ἔβλεπον εἰς τὸν ὕπνον των τὴν Παναγίαν, καὶ οἱ Ἅγιοι κατήρχοντο ἵνα σώσωσι τοὺς κινδυνεύοντας. Ἦτο ἐποχὴ πίστεως, ἐποχὴ ἀγάπης, καὶ τὰ ἀγαθὰ αἰσθήματα ἀνέθαλλον ὑπὸ τὴν ζωογόνον αὐτῆς ἐπίδρασιν.
Ἀλλ᾿ ἔσπευσεν, ἐπῆλθεν δρομαῖος ὁ πολιτισμός, καὶ ὑπὸ τὴν καυστικὴν πνοήν του ἐξηράνθησαν τὰ ἄνθη, ἐξητμίσθησαν τὰ αἰσθήματα, ἀπώλοντο δὲ διὰ παντὸς καὶ τὰ ὡραῖα ἐκεῖνα ἔθιμα, ἅτινα τόσους αἰῶνας ἐκαλλιέργει ἡ καρδία, πρὶν ἢ ἔλθῃ νὰ τὰ δηλητηριάσῃ ἡ σκληρά, ἡ ἄχαρις, ἡ ἄλογος λογική. Καὶ ἄν που σώζηται ἀκόμη γλυκεῖα τις ἀκτὶς πίστεως, ἄν που συγκινῶνται εἰς τὸ ἄκουσμα παραδόσεώς τινος ἱερᾶς, εὐτυχεῖς ἐκεῖνοι, ὧν πάλλεται ἡ καρδία, διότι δὲν τὴν ἀπώλεσαν ἀκόμη, διότι δὲν τὴν ἀπερρόφησεν ὁ νοῦς των…
Πολύνεκροι ἐπιδημίαι ἐμάστιζόν ποτε τὴν Ἑλλάδα. Τὰ βακτηρίδια ἠγνοοῦντο ἀκόμη, καὶ οἱ χριστιανοὶ ἐπίστευον, ὅτι κακός τις δαίμων τὰς ἀπέστειλεν εἰς τὴν γῆν, ἢ ὅτι ὁ Θεὸς ἐτιμώρει δι᾿ αὐτῶν τοὺς ἁμαρτωλούς. Ἀπετείνοντο λοιπὸν εἰς τοὺς Ἁγίους καὶ ἱκέτευον αὐτοὺς νὰ μεσιτεύσωσι παρὰ τῷ καλῷ Θεῷ ὑπὲρ τῆς σωτηρίας των.
Ἐρχόμεθα εἰς τὸ ἔθιμον τῆς Σαλαμῖνος, ὅπερ ἐκαλεῖτο Πουκάμισο τοῦ Ἁγίου Χαραλάμπου.
Ὅτε λοιμικὴ ἐπιδημία ἐμάστιζε τῆν νῆσον ἢ ἠπείλει αὐτήν, συνήρχοντο αἱ κόραι τοῦ χωρίου ὅλαι, ἁγναί, ἀθῶαι, κάλυκες οὓς δὲν εἶχε περιβάλει ἀκόμη ὁ ἥλιος διὰ τῶν αὐθαδῶν ἀκτίνων του, - τὰς ἐγνώριζε δ᾿ αὐτὰς καὶ τὰς ἐξέλεγεν ὁ γέρων ἱερεὺς - συνήρχοντο καὶ πληροῦσαι κάνιστρα διὰ λευκοῦ βάμβακος, ἔκλωθον νῆμα μακρόν, καὶ ἡ μία μὲ τὴν ἄλλην περιεζώννυον δι᾿ αὐτοῦ τὸ χωρίον ὁλόκληρον, σχηματίζουσαι οὕτω κύκλον πέριξ, ὑγειονομικήν ζώνην κυριολεκτικῶς.
Πῶς θὰ ἐτόλμα ἡ πανώλης νὰ ὑπερπηδήσῃ τὸν κύκλον, ὃν ἡ ἁγνότης ἐχάρασσεν ἐν ὀνόματι τοῦ φιλευσπλάγχνου Ἁγίου;
Ἔπειτα ἐτύλισσον τὸ νῆμα, τὸ ὕφαινον καὶ ἐκ τοῦ ὑφάσματος ἐκείνου ἐσχημάτιζον χιτῶνα λευκόν, τὸ πουκάμισο τοῦ Ἁγίου, ὅπερ ἀφιέρουν εἰς τὴν σεπτήν του εἰκόνα.
Ἀλλ᾿ ὁ Ἅγιος ἀνάγκην χιτῶνος δὲν εἶχεν ἐνῶ αἱ κόραι καὶ αἱ οἰκογένειαί των εἶχον ἀνάγκην φυλακτηρίου κατὰ τῆς νόσου τῆς λοιμικῆς.
Ἔσχιζον λοιπόν, κατέκοπτον αὐτὸν εἰς μυρία μικρὰ μικρὰ τεμάχια, ἀφοῦ προσηύχοντο ὅλην τὴν ἡμέραν ἐντὸς τοῦ σωζομένου ἔτι ἐν τῇ νήσῳ ναοῦ τοῦ Ἁγίου, καὶ διεμοιράζοντο αὐτά.
Ἡ δὲ πανώλης ἔφευγε κατησχυμμμένη, μὴ τολμῶσα νὰ διαβῇ τὰ τείχη, ἅτινα ἤγειρε κατ᾿ αὐτής τοῦ Ἁγίου ἡ εὐσπλαγχνία καὶ τόση πίστις.
Ὦ ἔθιμα μυρωμένα τῆς ἁγνῆς ἐκείνης ἐποχῆς, πόση ἀδιαφορία καὶ ψυχρότης καὶ ἀσέβεια ἐπέπρωτο νὰ σᾶς διαδεχθῶσιν!»
«Ἑβδομάς»[7], 07-02-1887.
[1] Ελευθέριος Καστρήσιος (1843-1931), ο εκ Νάξου στρατιωτικός αρχιμανδρίτης και διδάσκαλος, διακριθείς κατά τους πολέμους του 1897 και του 1912-1913 και πολλάκις παρασημοφορηθείς για τις προς την Πατρίδα, την Παιδεία και την Κοινωνία υπηρεσίες του.
[2] ΛΑΜΠΑΚΗΣ, Γ. (2013). Μουσείον της Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας. Μελέται, εργασίαι και περιηγήσεις του έτους 1901. Δελτίον της Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας, 4, 73-84. doi:https://doi.org/10.12681/dchae.1586
[3] Γεώργιος Δ. Λαμπάκης (1854-1914), θεολόγος και αρχαιολόγος. Διατελέσας Γενικός Έφορος Χριστιανικών Αρχαιοτήτων, Διευθυντής του Χριστιανικού Μουσείου και Γραμματέας της Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας.
[4] « Ὅ,τι πρὸ παντὸς τὴν ἡμετέραν προσοχὴν ἐκίνησεν ἦτο ὁ ἀνατολικὸς τοῖχος, ἐν ῷ ἡ κόγχη τοῦ ἠρειπωμένου ναοῦ τοῦ Ἁγίου Νικολάου, ἔξοχον ἀληθῶς μνημεῖον ἀρχιτεκτονικῆς κεραμοπλαστικῆς τέχνης, ὅπερ οἱ ἐκεῖ μετά τινας ἡμέρας προὐτίθεντο νὰ κατεδαφίσωσι πρὸς ἀνέγερσιν σχολείου, καὶ τὸ ὁποῖον ἐλπίζομεν ὅτι, ἐσώσαμεν ἀπὸ τῆς ἀνεπανορθώτου αὐτοῦ καταστροφῆς. Ἐκ Βερροίας εἰς Θεσσαλονίκην ἐπιστρέψαντες, τῇ μεσημβρίᾳ τῆς 19 Αὐγούστου ἀνεχωρήσαμεν διὰ τὸ Ἅγιον Ὄρος […]», ο.π. σημ. [2], {φωτογρ. «4»}.
[5] Ο εκ πατρός Βεροιεύς Δημήτριος Βικέλας (1835-1908), λογοτέχνης και πρώτος Πρόεδρος της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής, είχε επισκεφθεί, όπως παραδίδει ο ιστορικός της Βέροιας Γιώργος Χ. Χιονίδης, την ιδιαίτερη πατρίδα της οικογένειάς του, το 1901: «Ἡ Βέροια ἐτίμησε τὸν Δημήτριον Βικέλαν, ὅταν οὗτος ἐπεσκέφθη τὴν πόλιν (Σεπτέμβριος 1901), ἀνακηρύξασα (7.10.1901) τοῦτον ἐπίτιμον Πρόεδρον τῆς τότε μεγαλουργούσης φιλεκπαιδευτικῆς ἀδελφότητος “Μέλισσα”» [: Χιονίδης Γ. Χ. (1967). Ἡ ἐκ Βεροίας καταγομένη οἰκογένεια Βικέλα, Μακεδονικά, 7, 210–217.
[6] Πέτρος Ν. Παπαγεωργίου (1859-1914), φιλόλογος-αρχαιολόγος, «ὅστις κατηνάλωσε ὁλόκληρον τὴν ζωήν του εἰς τὴν καλλιέργειαν τῶν Ἑλληνικῶν Γραμμάτων καὶ εἰς τὴν ἐξυπηρέτησιν τῆς Ἑλληνικῆς ἐπιστήμης» [: Λέτσας Α. Ν. (2017). Πέτρος Παπαγεωργίου (+1914). Μακεδονικά, 1, 530–536.]
[7] Ἑβδομὰς / ἐπιθεώρησις κοινωνικὴ καὶ φιλολογικὴ (1884-1892).