Του Θανάση Μελετίδη
Καλοκαίρι είναι κι είπα να πάω να «το ρίξω έξω». Σκεφτόμουν πού να πάω, αλλά τελείως απρόσμενα και ξαφνικά αποφάσισε για μένα η «Θεά Τύχη»! Η επιλογή της αποδείχτηκε «θησαυρός»! Βέβαια … σημαντικό ρόλο έπαιξε και η μαρμάρινη σκάλα που μόλις είχα σφουγγαρίσει με μπόλικη χλωρίνη: «ό,τι πρέπει για καλλιτεχνική παγοδρομία», πρόλαβα να σκεφτώ, και αμέσως ξεκίνησε το γλεντοκόπημα που κράτησε μια βδομάδα!
Ας είναι καλά ο φίλος και γείτονας, ο Κώστας. Μάλλον ήθελε κι εκείνος να διασκεδάσει και πήγαμε με το αυτοκίνητό του σε ένα πολύ μεγάλο «Μαγαζί», χτισμένο πανοραμικά της Βέροιας, που ονομάζεται «Γ.Ν. Ημαθίας».
Φαίνεται με πέρασαν για βασιλιά, επειδή αμέσως ήρθανε δυο όμορφες νεράιδες, η μία με κάτασπρο φόρεμα και η άλλη με πράσινο, και με κάθισαν σε μια πολυθρόνα-μπεζέρα αντίκα ξυλόγλυπτη! Με πήγαν στην αίθουσα τατουάζ, όπου ένας ομορφάντρας μού έκανε ένα υπέροχο σχέδιο στο μέτωπο, που έμοιαζε με σιδηροτροχιά!
Κατόπιν – πάντα με την πολυθρόνα – βρέθηκα στο Λούνα παρκ! Με ξάπλωσαν πάνω σε ένα κρεβάτι που μπαινόβγαινε σε ένα σκοτεινό τούνελ γεμάτο με πολύχρωμα λαμπάκια που αναβόσβηναν : «υπέροχο παιχνίδι, σαν χριστουγεννιάτικη φάτνη», σκέφτηκα.
Επειδή, μάλλον, δεν ήθελαν να είμαι μόνος, με μετέφεραν στην κυρίως, όπως αργότερα κατάλαβα, αίθουσα διασκέδασης που στην ταμπέλα της έγραφε «Χειρουργική Κλινική». Εκεί υπήρχαν κι άλλοι πελάτες. Κάποιοι ήταν ξάπλα – σαν κι εμένα – και κάποιοι/ες κάθονταν γύρω τους. Οι ξαπλωμένοι, ίσως, για να μην κουράζονται, έπιναν τα ποτά τους, όχι από το στόμα, αλλά μέσω μιας φλέβας τους! Οι υπόλοιποι/ες από κρυστάλλινα ποτηράκια. Μερικοί «τα έπιναν» μόνο από ένα άσπρο μπουκάλι, όπως κι εγώ – μάλλον βότκα θα ήταν – ενώ μερικοί είχαν και άλλα μπουκαλάκια κίτρινα ή πορτοκαλιά: «Αααα! λεμονάδα και πορτοκαλάδα …», σκέφτηκα.
Όμως το ποτό άρχισε να με ζαλίζει και σε λιγάκι όλα γύρω μου στριφογύριζαν. Πάτησα το «τηλεκοντρόλ», που μού είχαν δώσει για να παίζω και αμέσως ήρθε μια κυρία με πορτοκαλί φόρεμα στην οποία ρώτησα μήπως το ποτό ήταν «μπόμπα». Αντί να μου απαντήσει ειδοποίησε και ήρθαν αμέσως κάποια υψηλόβαθμα στελέχη – όλοι οι υπόλοιποι/ες ακολουθούσαν τις οδηγίες τους – και με ξαναπήγαν στο τούνελ με τα φωτάκια. Τη φορά αυτή μπαινόβγαινε μόνο το κεφάλι μου. Σε καμιά ώρα μού είπαν κάτι για εσωτερική αιμορραγία και πως υπήρχε πιθανότητα να με πάνε σε μεγαλύτερο «μαγαζί» στη Θεσσαλονίκη : «Μια χαρά περνάω εδώ», απάντησα, αλλά εκείνοι έφυγαν βιαστικοί. Είχαν τόσους πελάτες και πελάτισσες …
Απέναντί μου την «έπεφτε» ένας πολύ γλυκούλης ηλικιωμένος κύριος. Θα ήταν πολύ καλός πελάτης, γιατί έπινε από πολλά και πολύχρωμα μπουκάλια, αλλά και επειδή μια όμορφη και πολύ ευγενική κυρία ήταν συνεχώς καθισμένη δίπλα του! Με χαιρέτισε κουνώντας το χέρι του και του το ανταπέδωσα χαρούμενα!
-Μήπως έχεις μια σακούλα ; με ρώτησε.
-Τι τη θέλεις ;
-Για να σου βάλω ροδάκινα. Έχω κτήμα στον Διαβατό. Πρώτα, όμως, πρέπει να τα πλένεις …
-Δυστυχώς δεν έχω. Δεν πειράζει. Θα μου τα δώσεις άλλη μέρα.
Ξαφνικά εμφανίστηκε ένας υψηλόβαθμος και μας διέκοψε.
-Πώς είμαστε σήμερα ; Καλύτερα ; Τα παίρνεις τα φάρμακά σου ;τον ρώτησε χαμογελαστά.
-Μήπως έχεις μια σακούλα ; Τα φάρμακα είναι στο χωράφι. Θα σου φέρω ροδάκινα.
-Ρώτησα αν παίρνεις τα φάρμακά σου.
-Άμα βρω μια σακούλα, θα σου φέρω ροδάκινα. Πρώτα, όμως, πρέπει να τα πλένεις …
Ο παραπάνω διάλογος επαναλήφθηκε δεκάδες φορές είτε μαζί μου είτε με τη συνοδό – κυρία είτε με τις νεράιδες με τα πολύχρωμα φορέματα που μπαινοβγαίνανε συνεχώς … ακόμη και με τα μεγάλα στελέχη της επιχείρησης …
Πάνω που είχα αρχίσει να πεινάω εμφανίστηκε ο chef : «Voila, Crème brûlée ντε λα φιδέ», είπε περήφανα. Περιττό να σημειώσω πως το σερβίρισμα ήταν άκρως επαγγελματικό : πορσελάνινα πιάτα, κρυστάλλινα ποτήρια, ατσάλινα μαχαιροπήρουνα και στο κέντρο ένα χάλκινο κηροπήγιο με τρία γαλάζια κεριά!
Με την πείνα που είχα, έφαγα με μεγάλη ευχαρίστηση αμέσως. Ευτυχώς δεν είχε ίχνος λαδιού και αλατιού, γιατί, όπως με διαβεβαίωσε ο μεγάλος chef, τα δύο αυτά υλικά δεν ταιριάζουν καθόλου με το συγκεκριμένο γεύμα, αλλά και τη φιλοσοφία του «Μαγαζιού».
Στο τέλος εμφανίστηκε μια καλή μάγισσα που με το μαγικό ραβδί της έκανε την αίθουσα να λάμψει!
Για να μην τα πολυλογώ και αφού διασκέδασα όσο μού χρειαζόταν, μια νεράιδα με μετέφερε με την αγαπημένη μου πολυθρόνα σε μια λιμουζίνα – που είχαν νοικιάσει αποκλειστικά για μένα – δίνοντάς μου κι ένα χαρτί που ζήτησα με τα ονόματα του προσωπικού, και η οποία με έφερε στο σπίτι μου…
Θα ήθελα, από τα βάθη της καρδιάς μου, να ευχαριστήσω θερμότατα το προσωπικό της Χειρουργικής Κλινικής του Γ. Ν . Ημαθίας. Σκεφτόμουν να γράψω και τα ονόματά τους, αλλά αποφάσισα πως θα ήταν κουραστικό για τον αναγνώστη να διαβάζει καμιά τριανταριά ονοματεπώνυμα.
Σας εύχομαι ολόψυχα να μη χρειαστεί να πάτε ποτέ σε αυτό το «Μαγαζί»! – ούτε σαν «πελάτες» ούτε σαν επισκέπτες. Επειδή, όμως, η ζωή είναι απρόβλεπτη, αν τύχει και βρεθείτε σε αυτό, να ξέρετε πως θα σας φροντίσουν σαν παιδί τους! Η ταπεινή μου συμβουλή είναι να το ρίξετε στην πλάκα! Θα περάσετε, σίγουρα, πιο ευχάριστα !