Σε μια δασμολογική συμφωνία της τάξης του 15% κατέληξαν την Κυριακή ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ και η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, στην κεκλεισμένων των θυρών συνάντηση-εξπρές που είχαν στο Τέρνμπερι της Σκωτίας.
«Καταλήξαμε σε συμφωνία», ανακοίνωσε ο Τραμπ, χαρακτηρίζοντάς την «τη μεγαλύτερη» που έχει επιτευχθεί ποτέ σε θέματα εμπορίου και διακρίνοντας σε αυτήν μια υπόσχεση «ενότητας και φιλίας», σύμφωνα με την οποία προβλέπονται δασμοί ύψους 15% στα εισαγόμενα ευρωπαϊκά προϊόντα. Η ΕΕ από την πλευρά της δεσμεύεται να αγοράσει ενεργειακά προϊόντα ύψους 750 δισεκ. δολαρίων και να κάνει πρόσθετες επενδύσεις ύψους 600 δισεκ. στις ΗΠΑ.
Για μια «καλή συμφωνία» που θα φέρει «σταθερότητα» για τις επιχειρήσεις και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού έκανε λόγο η φον ντερ Λάιεν, σχολιάζοντας ότι οι δασμοί ύψους 15% θα ισχύουν για τις περισσότερες ευρωπαϊκές εξαγωγές, συμπεριλαμβανομένων των αυτοκινήτων, των ημιαγωγών και των φαρμάκων. Οι δύο πλευρές συμφώνησαν σε μηδενικούς δασμούς εκατέρωθεν για ορισμένα είδη, όπως αεροσκάφη και ανταλλακτικά αεροσκαφών, κάποια αγροτικά και κάποια χημικά προϊόντα. Μέχρι στιγμής δεν υπάρχει κάποια απόφαση για τον τομέα των αλκοολούχων ποτών και του κρασιού, σύμφωνα με τη φον ντερ Λάιεν, η οποία τόνισε ότι η συμφωνία «φέρνει βεβαιότητα σε αβέβαιους καιρούς, σταθερότητα και προβλεψιμότητα».
Περισσότερες διευκρινίσεις και λεπτομέρειες για το πλαίσιο της συμφωνίας θα ανακοινωθούν εντός των επόμενων ημερών.
Μηδενικοί δασμοί συμφωνήθηκαν σε όλα τα αεροσκάφη και τα εξαρτήματά τους, σε ορισμένα χημικά, ορισμένα γενόσημα φάρμακα, σε ημιαγωγούς, σε ορισμένα γεωργικά προϊόντα, σε φυσικούς πόρους και κρίσιμες πρώτες ύλες. Όσον αφορά τον χάλυβα και το αλουμίνιο, που παραμένουν, η φον ντερ Λάιεν είπε ότι η ΕΕ και οι ΗΠΑ αντιμετωπίζουν την κοινή εξωτερική πρόκληση της παγκόσμιας υπερβάλλουσας παραγωγικής ικανότητας και θα συνεργαστούν για να διασφαλίσουν τον δίκαιο παγκόσμιο ανταγωνισμό και να μειώσουν τα εμπόδια μεταξύ τους.
Στο κάδρο των δασμών τα ροδάκινα
Στο κάδρο των δασμών που αποφασίστηκαν βρίσκεται και η ελληνική κομπόστα ροδάκινο, ένα προϊόν ζωτικής σημασίας, ιδιαίτερα για την οικονομία της Βόρειας Ελλάδας και δη της Ημαθίας και Πέλλας, καθώς η Ελλάδα είναι ο μεγαλύτερος εξαγωγέας κονσερβοποιημένων ροδάκινων στον κόσμο, με το ένα πέμπτο της παραγωγής να εξάγεται στις Ηνωμένες Πολιτείες, τη δεύτερη μεγαλύτερη αγορά μετά την Ευρώπη. Ο ετήσιος κύκλος εργασιών της Ελλάδας από τις εξαγωγές κονσερβοποιημένων ροδάκινων και άλλων συσκευασμένων προϊόντων ροδάκινου προσεγγίζει τα 120 εκατ. ευρώ, σύμφωνα με τα στοιχεία της Ένωσης Κονσερβοποιών Ελλάδος και την αμερικανική αγορά να απορροφά το 20% των ελληνικών εξαγωγών.
Υπενθυμίζεται ότι τα ροδάκινα, όπως και άλλα προϊόντα, υπόκεινται ήδη σε εισαγωγικό δασμό 17% από τις ΗΠΑ, ο οποίος με το 15% επιλέον, φτάνει στο 32%.
Πρόταση ΕΚΕ σε Θεοχάρη
Περισσότερες από 20.000 οικογένειες, αγρότες και εργάτες αντλούν το εισόδημά τους από την ροδακινοκαλλιέργεια και τα εργοστάσια επεξεργασίας ροδάκινων στην Κεντρική Μακεδονία, σύμφωνα με τον Κώστα Αποστόλου, πρόεδρο της Ελληνικής Ένωσης Κονσερβοποιών, ο οποίος την περασμένη εβδομάδα επισκέφθηκε τον κ. Θεοχάρη και έθεσε επιπλέον, ως εναλλακτική λύση την διαφοροποίηση των εξαγωγών προς τις χώρες του Mercosur στη Νότια Αμερική ή προς το Μεξικό και την Ινδία προτρέποντας την ΕΕ να υπογράψει εμπορική συμφωνία με τις χώρες αυτές.
«Παράθυρο» συμπληρωματικής διαπραγμάτευσης
«Δεν είναι επιτυχία, όταν αυξάνονται οι δασμοί…εν πάση περιπτώσει η ιστορία συνεχίζεται διότι άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο για τα αγροτικά προϊόντα, να υπάρχει μία συμπληρωματική διαπραγμάτευση», σχολίασε στον ΛΑΟ ο Χρήστος Γιαννακάκης, αντιπρόεδρος της Εθνικής Ένωσης Αγροτικών Συνεταιρισμών, για την συμφωνία του 15% το οποίο, όπως επεσήμανε, επιδεινώνει την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών αγροτικών προϊόντων και της κομπόστας ροδάκινου.
Στον απόηχο της συμφωνίας, οι Έλληνες εξαγωγείς αναμένεται να εξετάσουν πώς θα διαχειριστούν τους δασμούς και ποια θα είναι τα πιθανότερα σενάρια αντιμετώπισης των συνεπειών που προκύπτουν από αυτή την εξέλιξη. Πονοκέφαλο όμως αποτελεί και για την ΕΕ η συμφωνία, δεδομένου ότι αρκετές χώρες μέλη, έχουν ήδη εκδηλώσει την έντονη διαφωνία τους με τους όρους.