ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ-ΣΧΟΛΙΑ: ΘΩΜΑΣ ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ
ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ – ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ
ΜΑΚΗΔΟΝΙΟΥ ΥΠΑΤΟΥ «ΑΝΑΒΛΥΖΕ ΤΟ ΠΟΤΗΡΙ ΜΟΥ ΚΡΑΣΙ»
1 Χρυσάφι δεν θα ήθελα ούτε μυριάδες πόλεις
2 ούτε όσα είπε ο Όμηρος πως είχανε οι Θήβες.
3 Λυτρωτικό ας ξεχείλιζε κρασάκι το ποτήρι μου
4 το στρογγυλό σαν τον τροχό κι ας λούζονταν τα χείλη μου
5 μέσα σε νάμα αείρροο, κι ας έπινε μαζί μου
6 μια κελαηδούσα συντροφιά σεβάσμιων συντρόφων
7 Κι νέοι οι δουλευτάρηδες ας δούλευαν στ’ αμπέλια…
8 Αυτός ο πλούτος μου ο πολύς, ο πάντα αγαπημένος
9 είναι για μένα, και γι’ αυτό διόλου δεν λογαριάζω
10 χρυσοντυμένους Ύπατους όταν κρατώ ποτήρι.
ΤΟ ΑΡΧΑΙΟ ΚΕΙΜΕΝΟ .Ε.Α.Χ1,58
1 Ήθελον ου χρυσόν τε και άστεα μυρία γαίης,
2 Ουδ’ όσα τας Θήβας είπεν Όμηρος έχειν,
3 αλλ’ ίνα μοι τροχόεσσα κύλιξ βλύσσειε λυαίω,
4 χείλεος αενάω νάματι λουομένου
5 και γεραρών συνέπινε λάλος χορός, οι δε περισσοί
6 ανέρες εργατίναι κάμνονεφ’ ημερίσιν.
7 Ούτος εμοί πολύς όλβος, αεί φίλος, ουδ’ αλεγίζω
8 των χρυσέων Υπάτων, την φιάλην κατέχων.
Ο ΜΑΚΗΔΟΝΙΟΣ ΥΠΑΤΟΣ
Ο Μακηδόνιος ή Μακεδόνιος Ύπατος ήταν ένας από τους καλούς ποιητές του 6ου αιώνα μ.Χ, αιώνα του βυζαντινού αυτοκράτορα Ιουστινιανού. Από τον τίτλο του Υπάτου που έφερε εικάζεται ότι έζησε κάποια χρόνια και στην Κωνσταντινούπολη.
Καταγόταν από τη Θεσσαλονίκη. Ανθολογήθηκε από τον επίσης Βυζαντινό ποιητή Αγαθία του 6ου μ.Χ. αιώνα. Στην Ελληνική Ανθολογία διασώθηκαν σαράντα ένα (41) επιγράμματά του (επιδεικτικά, προτρεπτικά, συμποτικά κ.ά.) στα οποία συγκαταλέγεται και το αυτοβιογραφικό ΙΧ,649.
Πρότυπά του θεωρούνται ο Ταραντίνος Λεωνίδας και ο Αλεξανδρινός Παλλαδάς.
ΣΧΟΛΙΑ
Ο Μακεδόνιος Ύπατος με το συμποτικό του επίγραμμα ΧΙ,58 εκφράζει με ύφος γλαφυρό την απέραντη αγάπη του για το κρασί, που το τοποθετεί πιο πάνω και από τα μεγάλα πλούτη και τα υψηλότατα αξιώματα. Στη σκέψη του έρχονται οι μεγάλοι κοσμοκράτορες της αρχαιότητας, που αντλούσαν τα πλούτη τους από μυριάδες υποτελείς πόλεις, αλλά και η περιγραφή του αμύθητου πλούτου της αιγυπτιακής Θήβας από τον μεγάλο δάσκαλο όλων των σπουδαίων ποιητών, τον Όμηρο.
Νιώθει πάμπλουτος και τρισευτυχισμένος όταν κρατάει το ξέχειλο από λυτρωτικό κρασί στρόγγυλο σαν το τροχό ποτήρι του και πίνει, όχι μόνος, αλλά με μια συντροφιά σεβάσμιων ομιλητικών συντρόφων.
Η εικόνα που μας υποβάλλεται με τον πέμπτο στίχο του συμποτικού αυτού επιγράμματος του Μακεδονίου Υπάτου, μια συντροφιά σεβάσμιων συμποσιαστών που πίνει και μιλάει και τραγουδάει, μια κελαηδούσα συντροφιά, μου θύμισε οικογενειακά γιορταστικά τραπεζώματα στην Νάουσα του περασμένου εικοστού αιώνα:
Χορέψατε, χορέψατε, παπούτσια μη λυπάστε, εκείνα ξεκουράζονται τη νύχτα που κοιμάστε!
Τούτη η γη που την πατούμε, όλοι μέσα θε να μπούμε!
Όταν πίνεις, λες αλήθειες τραγουδώντας, που νηφάλιο σε μελαγχολούν…
Τα ωραία τα χρόνια τι γρήγορα που περνούν...
ΛΥΑΙΟΣ ΒΑΚΧΟΣ
Ο γιος του Δία, Βάκχος - Διόνυσος, χαρακτηριζόταν από τους αρχαίους πιστούς του ως Λυαίος, λυτρωτής από τις έγνοιες που βασανίζουν τους εφήμερους ανθρώπους, επειδή θεωρούνταν θεός του οίνου, του ποτού, που όταν πίνεται με μέτρο και ανακατεμένο με νερό, κάνει τους ανθρώπους, έστω προσωρινά, να ξεχνούν τα βασανά τους, γίνεται κι αυτός, (ο οίνος - το κρασί) Λυαίος όπως και ο θεός, ο δημιουργός του.
ΑΝΕΡΕΣ ΕΡΓΑΤΙΝΑΙ
Έπειτα από τόσα χρόνια (κι εγώ έχω ξεχάσει πόσα) που ασχολούμαι με επιγράμματα της Ελληνικής Ανθολογίας (ο αείμνηστος φίλος Παύλος Πυρινός πολλές φορές με ρωτούσε «Πότε θα τελειώσουν τα επιγράμματα;» και του απαντούσα «Είναι περίπου τέσσερις χιλιάδες!») τώρα για πρώτη φορά συνάντησα τη λέξη «εργατίναι», που είναι ουσιαστικό πρωτόκλιτο «ο εργατίνης» και δηλώνει τον εργάτη, το γεωργό κυρίως, ενώ όταν χρησιμοποιείται ως επίθετο, δηλώνει τον εργατικό. «Ανέρες εργατίναι» είναι οι εργατικοί άντρες.
Ο γραμματικός τύπος «εργατίναι» αρχικά μου έδωσε την εντύπωση ότι ήταν ονομαστική πληθυντικού θηλυκού γένους, επειδή μου θύμισε μια συζήτηση που είχα, όταν υπηρετούσα ως καθηγητής στο Γυμνάσιο - Λύκειο Αγνάντων Άρτης, με τον αείμνηστο συνάδελφο και φίλο Μιχάλη Ακριβόπουλο, στην οποία μιλώντας για τις ιδιαίτερες πατρίδες μας, εγώ αναφέρθηκα σε εργάτριες, των εργοστασίων Λαναρά της Νάουσας, ενώ εκείνος σε εργατίνες των χωραφιών των Παλατιτσιών προερχόμενες από ορεινά χωριά της Δυτικής Μακεδονίας κυρίως.
Τότε είχα μείνει με την εντύπωση ότι η λέξη «εργατίνα» ήταν δημιούργημα των Παλατιτσιωτών, ενώ τώρα ο Μακεδόνιος Ύπατος μου αποκάλυψε την πραγματική της ηλικία.
ΕΦ’ ΗΜΕΡΙΣΙΝ
Αλλά ο Μακεδόνιος Ύπατος μου επιφύλασσε και δεύτερη έκπληξη στο ίδιο επίγραμμά του με τη δοτική πληθυντικού «ημερίσιν» του ουσιαστικού της γ’ κλίσης «η ημερίς», το οποίο ως θηλυκό του ήμερος σημαίνει «ήμερη άμπελος», (ήμερη σταφυλιά), ενώ τώρα εμείς, όταν ακούμε τη λέξη «ημερίδα» πάει ο νους μας σε κάποια εκδήλωση που διαρκεί μια μέρα.
Αυτές είναι μερικές από τις εκπλήξεις που κάνουν την ενασχόληση με τα αρχαία επιγράμματα πολύ ενδιαφέρουσα.