Στην επέτειο του Μακεδονικού Αγώνα  - Η τουρκική εκδρομή {ή: τέσσερις Πρόξενοι και μια βαλίτσα}

Στην επέτειο του Μακεδονικού Αγώνα - Η τουρκική εκδρομή {ή: τέσσερις Πρόξενοι και μια βαλίτσα}

Του Απόστολου Ιωσηφίδη

Η εκδρομή των τουρκικών σχολείων της Θεσσαλονίκης, στην Βέροια, τον Ιούνιο του 1905, - είτε αποτελούσε ένα είδος «απάντησης» στην, κατά ένα έτος, προηγηθείσα «μεγάλη ἐθνικὴ ἐκδρομὴ» των Ελλήνων της Μακεδονίας (πτυχές της οποίας κατέγραψε ο Αναστάσιος Χριστοδούλου[1]), είτε ακολουθούσε την συνήθεια και άλλων εκπαιδευτηρίων[2] της Θεσσαλονίκης που διοργάνωναν εξορμήσεις του μαθητικού δυναμικού τους στις πέριξ μακεδονικές πόλεις και πολίσματα -, παρείχε την ιδανικότερη κάλυψη σε 4 απεσταλμένους του Ελληνικού Προξενείου Θεσσαλονίκης να επισκεφθούν την Βέροια, επιβαίνοντες (αυτοί οι 4 και μια βαλίτσα!) ενός υπεράνω πάσης υποψίας τραίνου, το οποίο κατά τεκμήριο δεν κινδύνευε (όπως τόσα άλλα εκείνο τον καιρό…) από απρόοπτα και επικίνδυνα συναπαντήματα[3]. 

Την περιπέτεια των 4 «προξένων» και της βαλίτσας τους περιέγραψε απολαυστικά ο Γεώργιος Μόδης[4]:

«Μὲ τὴν τουρκικὴ ἐκδρομὴ

(Γ. Μόδη)

Μαζὺ μὲ μιὰν ἐκδρομὴ τῶν Τουρκικῶν Σχολείων τῆς Θεσσαλονίκης τὸν Ἰούνιο τοῦ 1905 πῆγαν στὴ Βέρροια καὶ ὁ διερμηνέας τοῦ Ἑλληνικοῦ Προξενείου Θεσσαλονίκης Ἀσκητής[5], ὁ «γραμματεὺς» τοῦ ἰδίου Προξενείου Ἀμβρακιώτης (ἀνθυπολοχαγὸς Ἀμβράσογλου), ὁ Λουκιανὸς Χατζηλάζαρος καὶ ὁ δικηγόρος κ. Κώστας Ζάννας. Ἕνας ρωμηὸς σιδηροδρομικὸς ἐπιθεωρητὴς τοὺς ἔβαλε στὸ εἰδικὸ γιὰ τοὺς σιδηροδρομικοὺς «κουπὲ» (διαμέρισμα) τοῦ τελευταίου βαγονίου, κατέβασε τὸ κίτρινο-κόκκινο παραπέτασμα, τὸ κλείδωσε κι᾿ ἔβαλε τὸ κλειδὶ στὴν τσέπη του.


Κανένας ἀστυνομικὸς δὲν τοὺς ἐνώχλησε οὔτε κἄν τοὺς ρώτησε• ὁ ἴδιος ὁ Βαλῆς (Γεν. Διοικητὴς) τῆς Θεσσαλονίκης, μὲ τὴν ἔγκριση τοῦ «Ἐπιθεωρητῆ» Χιλμῆ Πασᾶ εἶχε ὀργανώσει μὲ εἰδικὸ τραῖνο τὴν ἐκδρομή. Ἤθελαν οἱ Τοῦρκοι νὰ δώσουν τὸ παρὸν καὶ νὰ διακηρύξουν τὴν παρουσία τους. Ἠμποροῦσαν οἱ «Οὐροὺμ» (Ἕλληνες) καὶ Μπουλγὰρ ν᾿ ἀλληλοσφάζωνται γιὰ τὴ Μακεδονία, οἱ ἄπιστοι Φράγκοι νὰ σκαρώνουν «μεταρρυθμίσεις» καὶ διαβολικὰ σχέδια. Δὲν ἔπρεπε ὅμως νὰ λησμονοῦν  ὅτι ὑπῆρχαν στὴ μέση καὶ οἱ θεόσωστοι Μουσουλμάνοι, οἱ νομικοὶ κύριοι τοῦ τόπου, ποὺ –δόξα στὸν Ἀλλὰχ– ἔστεκαν καλὰ στὰ πόδια τους καὶ δὲν εἶχαν καμμιὰ διάθεση ν᾿ ἀφήσουν ἕνα τόσο μεγάλο κόκκαλο απ᾿ τὸ στόμα τους γιὰ νὰ γίνουν «μουχατζήρηδες» [6] (πρόσφυγες). Μονάχα μὲ πόλεμο θὰ ἔφευγαν, ὅπως μὲ τὸ σπαθὶ πῆραν τὰ μέρη τοῦτα οἱ «εὐγενεῖς» πρόγονοί τους. Καὶ κανένας δὲν ἤξερε ποῖον ἀντίκτυπο στὴν πολύτιμη «Εὐρωπαϊκὴ Εἰρήνη» ἕνας πόλεμος ἐδῶ μποροῦσε νὰ ἔχῃ.

Ποιὸς θὰ καθόταν ἢ καὶ θὰ τολμοῦσε νὰ ἐρευνήσῃ ἕνα ἐπίσημο ἐκδρομικὸ τραῖνο καὶ νὰ ἐξετάσῃ τὰ χαρτιὰ τεσσάρων γκιαούρηδων; Καὶ ἂν ἀκόμη τοὺς ἔβλεπε κανένα ἀδιάκριτο μάτι θὰ τοὺς ἔπαιρνε σίγουρα γιὰ «κόνσολους» [7] καλεσμένους τῶν πασάδων.

Ἀγρυπνοῦσαν καὶ ὁ Ἐπιθεωρητὴς καὶ οἱ ἄλλοι Ἕλληνες σιδηροδρομικοί…

Σ᾿ ὅλη τὴ διαδρομὴ ἔμειναν κλεισμένοι στὸ διαμέρισμά τους. Ἀπ᾿ τὰ παράθυρα κύτταζαν τὸν ἀπέραντο παχὺ κάμπο μὲ τοὺς ἀτέλειωτους βαλτότοπους καὶ τὰ ἐλάχιστα χωράφια, ποὺ ἔβγαζαν λίγο καλαμπόκι, πολλὰ ἀγριόχορτα, καλὰ γιὰ τὰ στρατιωτικὰ ἄλογα, καὶ πάμπολλα κουνούπια. Χρησίμευσε κυρίως γιὰ χειμερινὴ βοσκὴ τῶν σαρακατσαναίων καὶ τῶν ἄλλων νομάδων κτηνοτρόφων ὅταν ἐννοεῖται δὲν τὸν σκέπαζαν μὲ τὶς συχνὲς πλημμύρες τους ὁ Ἀξιὸς καὶ ὁ Ἁλιάκμονας.

«Αἲ καὶ νἆταν σ᾿ ἄλλα χέρια αὐτὸς ὁ κάμπος», εἶπε μὲ ἀναστεναγμὸ ὁ Χατζηλάζαρος, βέβαιος ὅτι σ᾿ Ἑλληνικὰ χέρια θὰ εἶχε γίνει ἀμέσως παράδεισος. Μονάχα κάτω ἀπ᾿ τὴ Βέροια ὑπῆρχαν χωράφια μὲ καλαμπόκι καὶ καλοὶ λαχανόκηποι ποὺ τροφοδοτοῦσαν καὶ τὸ Μοναστήρι μὲ πρώϊμα λαχανικά.

Στὸ σταθμὸ τῆς «Καραφέριας», ὅπως ἔλεγαν οἱ Τοῦρκοι τὴ Βέροια, ὑποδέχθηκαν τοὺς ἐκδρομεῖς οἱ ἀρχές, οἱ μπέηδες καὶ ἀγάδες τῆς Βέροιας, μὲ τὰ σχολεῖα τους, μουσικές, λόγους, ἀνθοδέσμες κλπ.


Οἱ τέσσερες καπελοφόροι ἔμειναν διακριτικώτατα στὸ «κουπέ» τους. Καὶ ὅταν ἔφυγαν οἱ ἐπίσημοι, τὰ σχολεῖα, ἡ μουσικὴ καὶ τὰ ὄργανα καὶ διαλύθηκε τὸ πλῆθος, πρόβαλλαν διστακτικὰ ἔξω. Μὲ κατάπληξί τους ὅμως εἶδαν ὅτι δὲν ὑπῆρχε κανένα ἁμάξι[8]. Τὰ λίγα «λαντόνια» ποὺ κατέβαιναν τακτικὰ στὸ σταθμό, τὰ εἶχαν πάρει οἱ ἐκδρομεῖς. Εἶχαν καταστρώσει λαμπρὸ σχέδιο. Μὰ ἔπεσαν ἔξω σὲ μιὰ μικρὴ λεπτομέρεια, ποὺ μποροῦσε νὰ γίνῃ καὶ μοιραία. Κύτταξαν γιὰ κανένα κάρρο, ἄλογο, γαϊδούρι ἢ χαμάλη. Δὲν ὑπῆρχε ὅμως τίποτε. Ἡ ἀπόσταση γιὰ τὴν πόλη εἶναι ἀρκετὴ κι᾿ ἀνηφορική. Καὶ ὁ ἥλιος πυρπολοῦσε. Εἶχαν καὶ μιὰ βαρειὰ βαλίτσα μαζύ τους. Ἡ θέση τους ἦταν πολὺ δύσκολη.

Δὲν μποροῦσαν κἄν νὰ γυρίσουν πίσω. Θέλοντας καὶ μὴ «ἀνάγκᾳ πειθόμενοι», ὅπως καὶ οἱ ἀρχαῖοι θεοί, ἀποφάσισαν νὰ πεζοπορήσουν ὅπως καὶ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Σήκωσαν τὴ βαλίτσα ὁ Ζάννας ἀπ᾿ τὴ μιὰ μεριά, ὁ Χατζηλάζαρος ἀπ᾿ τὸ ἄλλο χερούλι, οἱ δυὸ προξενικοί, καὶ ὁ Ἀμβρακιώτης πίσω καὶ τράβηξαν ἡρωϊκὰ γιὰ τὴν πόλη.

Ὅσοι τοὺς ἔβλεπαν δὲν μποροῦσαν νὰ κρύψουν τὴν ἀπορία καὶ τὰ γέλοια. Τέσσαροι καλοντυμένοι καπελοφόροι, ποὺ θὰ ἦταν χωρὶς ἄλλο «πρόξενοι», νὰ πηγαίνουν μὲ τὰ πόδια ντάλα μεσημέρι καὶ φορτωμένοι βαλίτσα! Δὲν εἶχε ξαναγίνει… Τὰ ἀντρικὰ καπέλα ἦταν τότε σπάνια στὴ Βέροια καὶ σ᾿ ὅλο τὸ ἐσωτερικὸ τῆς Μακεδονίας. Φοροῦσαν ὅλοι φεσάκι.

Ὡς τόσο σφούγγιζαν τὸν ἱδρῶτα καὶ προχωροῦσαν μὲ σκυμμένο τὸ κεφάλι ρίχνοντας πλάγιες μόνο ματιές.

Ἀπὸ ἕνα καφενεδάκι, ὅπου εἶχε πιῇ μιὰ γκαζόζα, γιὰ νὰ δροσισθῇ ἀπ᾿ τὴ μεγάλη ζέστη, βγῆκε τότε ὁ Χαλίλ τσαοὺς ἐνωμοτάρχης τῶν «σοβαρῆ» (ἐφίππου χωροφυλακῆς). Τοὺς βλέπει, τρέχει ἀμέσως καὶ ἁρπάζει τὴ βαλίτσα. Οἱ δυὸ προξενικοὶ ἔπαθαν σωστὴ ἠλεκτροπληξία.

―Ἀλλάχ, Ἀλλάχ… Νὰ σέρνῃ τὸ ὑψηλὸ πρόσωπό σας τὴ βαλίτσα! εἶπε ὁ τσαούσης τοῦ κ. Ζάννα.

―Δὲν πειράζει, Χαλίλ, ἀποκρίθηκε ἐπίσης τούρκικα ὁ κ. Ζάννας.

Ὁ πατέρας του, ὁ γιατρὸς Ζάννας, εἶχε κυττάξει πολλὲς φορὲς δωρεὰν τὴν οἰκογένειαν τοῦ ἐνωμοτάρχη καὶ προστατέψει περισσότερες τὸν ἴδιο, μὲ τοὺς φίλους του μπέηδες καὶ πασάδες.

―Γίνεται; (Ὀλούρ μι;) Δὲν πάει… δὲν πάει.

―Θὰ κάνουμε κι᾿ ἕνα μικρὸ περίπατο, εἶπε τούρκικα ὁ Ἀσκητής, ποὺ εἶχε συνέλθει.

―Βάϊ, βάϊ… Δὲν ταιριάζει… Εἶναι ντροπή…. Τὶ θὰ πῇ ὁ κόσμος!... Σταθῆτε καλύτερα ἐκεῖ στὸ καφενεῖο νὰ πάρετε μιὰ γκαζόζα καὶ ἕνα καφέ… Πρώτη φορά μοῦ δίνεται ἡ εὐκαιρία νὰ περιποιηθῶ καὶ ἐγὼ τὸν Κώστα ἐφέντη. Θὰ στείλω κἄποιον νὰ φέρῃ ἁμάξι ἀπ᾿ τὴν Καραφέρια.

―Ὄχι. Βιαζόμαστε. Μᾶς περιμένουν οἱ πασάδες τῆς Θεσσαλονίκης.

―Τότε πάτε σεῖς καὶ σᾶς στέλνω ἐγὼ τὴ βαλίτσα.

―Ἆ! Μπᾶ! μπᾶ! μπᾶ! Πρέπει ν᾿ ἀλλάξουμε ροῦχα… Ὅπως βλέπετε εἴμαστε σκονισμένοι καὶ στραπατσαρισμένοι.

Ὁ καλός τσαούσης στὴν ἀμηχανία του ἔξυσε τὸ βαθειὰ κουρεμένο κεφάλι του. Γιὰ τὴν καλή τους τύχη κατέβαινε κείνη τὴ στιγμὴ ἀπ᾿ τὴν πόλη ἕνας ὑπενωμοτάρχης. Τὸν φωνάζει ὁ Χαλὶλ καὶ τοῦ λέγει:

―Μουσταφᾶ ὄνμπαση[9], πάρε τὴ βαλίτσα τῶν ξένων ἐφέντηδων καὶ πήγαινέ την στὸν κασαμπᾶ[10].

Ὁ ὄνμπασης δὲν ἔφερε καμμίαν ἀντίρρηση. Τὴν φορτώθηκε καὶ ἔκαμε μεταβολὴ γιὰ τὴ Βέροια. Πίσω του πήγαιναν καὶ οἱ τέσσαροι ἐκδρομεῖς. Μὰ ἡ ψυχή τους εἶχε πάει στὸ μεταξύ στὴν Κούλουρη. Ἡ βαλίτσα εἶχε περίστροφα, φυσίγγια καὶ δυναμίτη! Ἂν ἔπεφτε ἢ ἄνοιγε ἀπ᾿ τὸ βάρος ἢ ἔμπαιναν ψύλλοι στ᾿ αὐτιὰ τοῦ ὑπενωμοτάρχη; Ἐξὸν ἀπ᾿ τ᾿ ἄλλα θὰ ἦταν ἀνεπανόρθωτο τὸ ρεζίλευμα τοῦ Ἑλληνικοῦ Προξενείου τῆς Θεσσαλονίκης.

Εὐτυχῶς ἔφτασαν στὴ Βέροια χωρὶς κανένα ἀπευκταῖο.

Ὁ ὄνμπασης πῆρε μπαχτσίς δυὸ μετζήτια[11] καὶ ἔκαμε πολλοὺς τεμενάδες. 

Βρισκόταν στὴ Βέροια εἰδοποιημένος ὁ Ναουσαῖος ἁμαξᾶς, Κιμπρίτης ἢ Σπίθας. Μπῆκε στὸ ἁμάξι του μὲ τὴ βαλίτσα ὁ Ἀμβρακιώτης καὶ ἔφυγε γιὰ τὴ Νάουσα χωρὶς νὰ χάσῃ οὔτε λεπτό.

Πήγαινε ν᾿ ἀναπληρώσῃ στὴν ἀρχηγία τοῦ σώματος τὸν Σπυρομήλιο[12], ποὺ εἶχε πληγωθῆ. Μὰ σὲ λίγο ξαναγύρισε στὴ Θεσσαλονίκη. Ἴσως δὲν θεωρήθηκε ἀπαραίτητη ἡ παρουσία του στὸ Βέρμιο. Δὲν πῆρε βέβαια μαζύ του καὶ τὴ βαλίτσα…»

«Φωνὴ τῆς Χαλκιδικῆς», 13-09-1964.



[1] «[…] Ὁ ἀγὼν εἶχε φθάσει εἰς τὸ ζενίθ. Καὶ εἶχεν ἀνάγκην ἐμψύχου καὶ ἀψύχου ὑλικοῦ. Ἀλλὰ οἱ Τοῦρκοι ἐπετήρουν αὐστηρῶς. Καὶ οἱ προδόται ἦσαν ἕτοιμοι νὰ καταγγείλουν πᾶσαν κίνησίν μας. Γι αὐτὸ ἔπρεπε νὰ εὑρεθῇ ὁ πολυμήχανος Ὀδυσσεὺς διὰ νὰ εἰσαγάγῃ τοὺς ἄνδρας καὶ τὰ ὅπλα. Ὁ Δούρειος ἵππος ἦτο ἀνίσχυρος πρὸς τοῦτο. Ἀλλ᾿ οἱ ἰθύνοντες ἐμηχανεύθησαν κάτι ἄλλο παραπλήσιον. Καὶ κατόρθωσαν μέρα μεσημέρι καὶ ὑπὸ τὰ ὄμματα τῶν Τουρκικῶν Ἀρχῶν, νὰ διοχετεύσωσιν εἰς τὰ βουνὰ ἀρκετὸν ἀριθμὸν ἀνταρτῶν καὶ ὅπλων.

Διοργάνωσαν πρὸς τοῦτο μίαν ἐκδρομήν. Τὴν μεγάλην καὶ ἱστορικὴν ἐκείνην ἐκδρομὴν τοῦ Ἰουνίου 1904, 12 τοῦ μηνός, ἡμέραν Κυριακήν, μὲ κατεύθυνσιν πρὸς τὴν πόλιν μας Βέροιαν. 

Οἱ Βεροιεῖς μεμυημένοι καὶ μὴ ἀναμένουν εἰς τὸν σιδηροδρομικὸν Σταθμόν. Πρῶτον φθάνει τὸ τραῖνο τῆς Θεσσαλονίκης. Ἀκολουθοῦν τὰ τραῖνα τοῦ Μοναστηρίου, Φλωρίνης, Ἐδέσσης καὶ Ναούσης. Ἐνθουσιασμὸς ἀκράτητος. Πανδαιμόνιον. Οἱ περὶ τοὺς 4.000 ἐκδρομεῖς, ἑνωθέντες καὶ μὲ τοὺς ἐκ Κοζάνης, Κολυνδροῦ καὶ τῶν χωρίων μας ἐπισκέπτας, ἀνέρχονται ὑπὸ τοὺς ἤχους τῶν Φιλαρμονικῶν Μουσικῶν Βεροίας καὶ Θεσσαλονίκης εἰς τὴν “Ἐληὰν” ποὺ ἦτο τότε ἕνα ἁπλοῦν τσαΐρι. […]

Μεταξὺ τῶν ἐκδρομέων διακρίνονται 4 Μητροπολῖται. Ὁ Θεσσαλονίκης Ἀλέξανδρος, ὁ Καστορίας ἐθνομάρτυς Γερμανὸς Καραβαγγέλης, ὁ Ἐδέσσης Στέφανος καὶ ὁ Βεροίας καὶ Ναούσης Κωνστάντιος. Ἡ παρουσία τοῦ Γενικοῦ Προξένου τῆς Ἑλλάδος ἐν Θεσσαλονίκῃ, Λάμπρου Κορομηλᾶ μετὰ τοῦ διερμηνέως Ἀσκητοῦ κάμνουν ἐξαιρετικὴν ἐντύπωσιν. Ὁ ὑπὸ τὸ ψευδώνυμον Ἀσκητὴς ὡς τρέφων μακρὰν καὶ πυκνὴν γενειάδα, εἶνε ὁ Θεόδωρος Δήμου Γκέκας, ἀπὸ τὸ Χορόσκιοη τῆς Μαγνησίας. Φοιτήσας εἰς τὴν Εὐαγγελικὴν σχολὴν τῆς Σμύρνης ἐπὶ 3 ἔτη μετέβη εἶτα εἰς Παρισίους. Ἐν τῇ δράσει του δὲ τῇ Ἐθνικῇ ὡς γραμματεὺς-διερμηνεὺς τοῦ Προξενείου, ἐδολοφονήθη ἐν Θεσσαλονίκῃ. […] 

Ἡ συνάντησις 4 Μητροπολιτῶν δὲν ἦτο συμπτωματική. Οἱ Ἀρχιερεῖς οἱ ὁποῖοι ἦσαν οἱ Ἐθνάρχαι μας … ἦλθον ἐδῶ νὰ συζητήσουν καὶ νὰ ἀποφασίσουν μὲ τὸν ἀντιπρόσωπον τῆς Ἑλλάδος … Ἦλθον νὰ ἐμψυχώσουν καὶ ἐνθαρρύνουν τὰ πλήθη, πρὸς τὰ ὁποῖα ὁ Ἀρχηγὸς τῆς ἀνταρτικῆς κινήσεως Σιορμανωλάκης, ὡμίλησε καταλλήλως, καὶ εὐλόγως Τουρκιστί. Ἦλθαν καὶ μαζί των ἔφεραν καὶ ἀντάρτας καὶ πολεμοφόδια τὰ ὁποῖα διοχέτευσαν ὅπου ἔδει. […]»

Ἀναστάσιος Χριστοδούλου, Ἡ συμβολὴ τῆς Βεροίας εἰς τὸν Μακεδονικὸν Ἀγῶνα 1902-1908, Βέροια, τύποις Ν. Μπουρδένα, Σεπτέμβριος 1965, - κεφ. Ἡ μεγάλη ἐθνικὴ ἐκδρομή, σελ. 24-28.


[2] σχετ. πιο κάτω, σημ. [3] και [7.β].


[3] «Θεσσαλονίκη, 24 Μαΐου (Τοῦ ἀνταποκριτοῦ μας)- […] Κιβώτιον ἐμπεριέχον ἐκρηκτικὴν μηχανὴν […] ἐφορτώθη παρ᾿ ἀγνώστου ἐν Βελιγραδίῳ […] Ἡ ἔκρηξις εἶχεν ὑπολογισθῆ νὰ λάβη χώραν εἰς τὸν σταθμὸν Θεσσαλονίκης. Ἀλλ᾿ ὁ συρμὸς εἶχεν ἐπιβραδύνει κατὰ δύο ὥρας τὴν ἄφιξίν του καὶ ἡ ἐκπυρσοκρότησις ἐγένετο καθ᾿ ὁδόν. […] Λέγεται ὅτι παρόμοιον μελετᾶται καὶ ἀναμένεται νὰ συμβῇ καὶ ἐπὶ τῆς γραμμῆς Θεσσαλονίκης-Μοναστηρίου, ἐφ᾿ ἧς εἰσὶν ἤδη διεσπαρμέναι 12 (δώδεκα) βουλγαρικαὶ συμμορίαι καλῶς διωργανωμέναι καὶ καλῶς κατῃρτισμέναι. Διὰ τοῦτο καὶ ἡ σχεδιασθεῖσα διὰ τὸ παρελθὸν Σάββατον σιδηροδρομικὴ μέχρι Βερροίας ἐκδρομὴ τῆς ἐνταῦθα Γερμανικῆς Σχολῆς ἀνεβλήθη ἐπ᾿ ἀόριστον. […]»

«Ἀθῆναι», 27-05-1904.


[4] Γεώργιος Μόδης (1887-1975), μακεδονομάχος, πολιτικός και συγγραφέας. Βουλευτής Φλωρίνης (Κόμμα Φιλελευθέρων 1923• Κόμμα Ενώσεως Φιλελευθέρων 1926• Κόμμα Φιλελευθέρων 1928• Δημοκρατικόν Σοσιαλιστικόν Κόμμα 1950• Κόμμα Φιλελευθέρων 1951, 1952)• Υπουργός Εσωτερικών (από 28-08-1950 έως 13-09-1950), Υφυπουργός Θρησκευμάτων & Εθνικής Παιδείας (από 01-02-1951 έως 04-07-1951) στις Κυβερνήσεις Σοφοκλέους Βενιζέλου• Γενικός Διοικητής: Ηπείρου (από 13-02-1931 έως 03-03-1932) και Μακεδονίας (από 15-11-1944 έως 07-03-1945)• τα βιώματα και τις αναμνήσεις του από τον Μακεδονικό Αγώνα κατέγραψε στα βιβλία του «Μακεδονικές Ιστορίες», «Αγώνες για τη Μακεδονία», κ.α.


[5] Θεόδωρος Γκέκας (1872-1908), ο επονομαζόμενος Ασκητής (σχετ. το εδώ παρατιθέμενο απόσπασμα του Α. Χριστοδούλου, σημ. [1])• ο Μικρασιάτης πρώτος διερμηνέας (από το 1901) του Ελληνικού Προξενείου Θεσσαλονίκης και «εθνομάρτυς της Μακεδονίας», δολοφονηθείς στην Θεσσαλονίκη υπό Βουλγάρων εν μέση οδώ (22-02-1908).


[6] μου(χ)ατζίρης (τουρκ. muhacir): πρόσφυγας, κυρίως μουσουλμάνος από τα Βαλκάνια. 


[7] κόνσολος (ιταλ. console): πρόξενος.


[8] Στα 1975, ο βάρδος της Βέροιας Στέλιος Σβαρνόπουλος αναπαριστά, από τη γνώριμη γωνιά του, στην εφημερίδα «Βέροια», την κοινότητα των αμαξάδων του 1925• μια κοινότητα, που τα μέλη της (αμαξάδες) και ο εξοπλισμός της (κάρρα, λαντόνια, κ.α.) δεν θα πρέπει είχαν υποστεί συγκλονιστικές μεταβολές στην 20ετία που είχε διαρρεύσει από το 1905• ίσως μάλιστα ορισμένοι από τους αμαξάδες που ονομαστικά μνημονεύει ο Σ. Σβαρνόπουλος να μετέφεραν με τα ιππήλατα οχήματά τους στην πόλη τους εκδρομείς του 1905• έτσι, όσα (του 1925) περιγράφει για τα αμάξια ο Σ. Σβαρνόπουλος, και όσα (του 19125 επίσης) σημειώνει για τον σιδηροδρομικό σταθμό της Βέροιας στις ταξιδιωτικές του εντυπώσεις ο απεσταλμένος της εφημερίδας «Ταχυδρόμος Βορείου Ελλάδος», δεν θα πρέπει να απέχουν πολύ από αυτά που αντίκρισαν αποβιβαζόμενοι (τελευταίοι) του μαθητικού τραίνου οι 4 «πρόξενοι»:


(α).- «[…] Πρὶν μισὸ αἰῶνα {= 1925} πῶς γινότανε στὴν πολιτεία μας στὴ Βέροια, καθὼς καὶ ἀλλοῦ, ἡ μεταφορὰ τῶν ἀγαθῶν καὶ οἱ μετακινήσεις τῶν ἀνθρώπων; 

Τὴν ἀνάγκη αὐτὴ ἱκανοποιοῦσε μιὰ λησμονημένη πειὰ τάξη εἰδικῶν ἐπαγγελματιῶν, οἱ ἁμαξάδες ἢ καρραγωγεῖς ἢ ἀραμπατζῆδες.

Ἀνάλογα μὲ τὶς ἀνάγκες μεταφορᾶς καὶ τὶς ἀπαιτήσεις τῶν μεταφερομένων προϊόντων καὶ ἐμπορευμάτων χρησιμοποιοῦνταν καὶ διαφορετικοὶ τύπου φορτηγῶν κάρρων.

Οἱ διάφορες παραλλαγὲς ἦταν τὰ μονὰ τετράτροχα, δηλαδὴ τὰ συρόμενα ἀπὸ ἕνα ἄλογο, τὰ μονὰ δίτροχα, τὰ ἀνατρεπόμενα τὰ ὁποῖα χρησίμευαν γιὰ τὴ μεταφορὰ ἀμμοχαλίκου καὶ χωμάτων, τὰ διπλὰ τετράτροχα ἢ τσίφτια (τουρκ. ζευγάρι) τὰ ὁποῖα ἔσυραν δύο ἄλογα. Ὑπήρχαν τὰ μακρυὰ ἢ ἑβραϊκὰ καὶ τὰ πολὺ μεγάλα καὶ μακρόστενα χωρὶς παραπέτια (πλαϊνὰ) οἱ νταλίγκες. […]

Οἱ μεταφορὲς λεγόντουσαν ἀγώϊα καὶ ἡ ἀμοιβή πάλι ἀγώϊ ἢ ἁμαξιάτικα. Τέτοια ἀγώϊα γίνονταν ἀπὸ τὴ Βέροια πρὸς τὰ χωριὰ τῆς περιοχῆς, στὴν Κοζάνη, στὴ Νάουσα, στὴν Ἔδεσσα καὶ κυρίως πρὸς τὴ Θεσσαλονίκη.

Ἂς θυμηθοῦμε μερικὰ ὀνόματα ἁμαξάδων ποὺ οἱ περισσότεροι ἔφυγαν ἀπ᾿ τὴ ζωὴ ὅπως καὶ τὸ ἐπάγγελμά τους.

Νῖκος Σγουρός, Ἐμμανουὴλ Καλογήρου, Ἰωάννης Χαρούσης, Γιουδᾶ Ἄλβο, Κωνσταντῖνος Γκανάρας ἢ Νινίκας, Λάκης Γκατζαρός, Κώστας Δούκας, Νᾶκος Ἀλαμπουρνός, Ἐμμανουὴλ Λούρης, Λάκης Σύρπης ἢ Ἀνθούλας, Ἀργύρης Καφέσας, Γιῶργος Πατρώνας καὶ πολλοὶ ἄλλοι.

Ἡ μεταφορὰ προσώπων γινόταν μὲ εἰδικὰ ἁμάξια ἱππήλατα τὰ γραφικὰ παϊτόνια καὶ τὰ λαντόνια (τὰ κουπὲ Ἀνδριανουπόλεως). Αὐτὰ τὰ ἁμάξια ἀποτελοῦσαν τὰ ταξὶ τῆς ἐποχῆς ἐκείνης.

Οἱ διαδρομὲς ποὺ πραγματοποιοῦσαν κατὰ κανόνα ἦταν μικρές. Κυρίως μεταφορὰ προσώπων καὶ ἀποσκευῶν στὸ σιδηροδρομικὸ σταθμὸ Βεροίας γιὰ νὰ ἐπιβιβαστοῦν στὸ τραῖνο ταξιδιῶτες ἢ ἁπὸ ῾κεῖ νὰ ἔρθουν στὴ Βέροια, στὴ Νάουσα καὶ στὰ κοντινὰ χωριὰ ὅπου οἱ ὁδικὲς συνθῆκες ἦταν καλές.

Ἁμαξάδες μεταφορᾶς προσώπων μὲ παϊτόνια καὶ λαντόνια ὑπῆρξαν ἐκτὸς ἀπὸ τοὺς φορτηγοὺς ποὺ ἀναφέραμε καὶ οἱ παρακάτω:

Ὁ μπάρμπα-Τζιώλας, ὁ Γεμιτζόγλου ἢ μπάμ-τερελέ, ὁ Δημήτριος Κάστρης, ὁ Ἐμμανουὴλ Τσαρτσαρῆς, ὁ Λάκης Γκανάρας, ὁ Κωνσταντῖνος Κονταργύρης καὶ πολλοὶ ἄλλοι.»

Στέλιος Σβαρνόπουλος, Οἱ ἁμαξάδες (μὲ πληροφορίες ἀπὸ τὸν Μέρκο Κ. Γκανάρα), 

 «Βέροια» 22-03-1975.

(β).- «Ταξιδιωτικαὶ ἐντυπώσεις

Ἀπὸ Θεσσαλονίκης εἰς Μοναστήριον / Βέρροια, Νάουσσα, Ἔδεσσα / Β΄ […]

Εἰς τὸν σταθμὸν ὑπάρχει ἕνα πλῆθος μικροπωλητῶν κουλουρτζήδων, ἄλλοι μὲ σουβλάκια τῆς ὥρας, μικρὰ μὲ καλάθια φρούτων, γαζόζες καὶ ὅ,τι θέλετε. Μὲ τὴν διαφορὰ ὅλα μιὰ σκόνη τὰ ἔχει καλύψη παχουλὴ καὶ τὰ βρώμικα δάκτυλα τῶν ἀγοραστῶν ποὺ τὰ ἐξετάζουν ἂν εἶναι φρέσκα ἢ καλοψημένα ἔχουν ἀφίση ἐπ᾿ αὐτὰ καταφανῆ ἴχνη… Ὄπισθεν τοῦ σταθμοῦ αὐτοκίνητα ἁμάξια καὶ κάρα ἀναμένουν τοὺς ταξειδιῶτες, λευκὸς ἀρκετὰ εὑρὺς διακρίνεται ὁ δημόσιος ἑνώνων τὸν σταθμὸν μὲ τὴν πόλιν. Ἀργότερον ὅταν τὰ δένδρα πρασινίσουν, ὁ δρόμος ἀποκτᾶ ὡραίαν σκιάν. Δὲν ἔτυχε νὰ ἐπισκεφθῶ τὴν Βέρροιαν καὶ ἀμφιβάλλω ἂν ἄλλοι ἐκτὸς τῶν ἐργαζομένων μετ᾿ αὐτῆς ἔχουν ἔλθη ποτὲ εἰς τὴν μόλις ὀλίγα χιλιόμετρα ἀπέχουσαν δροσερωτάτην κατὰ τὸ θέρος ταύτην πόλιν. […] ὅταν ἐλειτούργει ἡ ἀνωτ. Γερμ. Σχολὴ ἐν τῇ πόλει μας ἦτο ἀδύνατον νὰ μὴ ἐκδράμῃ δεκάκις τοῦ ἔτους εἰς μακρὰς ἐκδρομάς. Βέρροια, Νάουσσα, Ἔδεσσα, Χαλκιδική, Ἅγ. Ὄρος καὶ Τέμπη ἦσαν συνηθέστατα τὰ μέρη ὅπου ἐξέδραμον. […]

Γρη. Χρη.»

«Ταχυδρόμος Βορείου Ἑλλάδος», 11-04-1925.

[9] όνμπασης (τουρκ. onbasi): δεκανέας.

[10] κασαμπάς (τουρκ. kasaba): πόλη.

[11] μετζίτι: (τουρκ. mecidiye): οθωμανικό αργυρό νόμισμα ισοδύναμο με 20 kuruş (γρόσια) και με το 1/5 της χρυσής οθωμανικής λίρας (1 λίρα = 100 kuruş), που τέθηκε σε κυκλοφορία το 1844, επί βασιλείας Abdülmecid I, από τον οποίο έλαβε και την ονομασία του.

[12] Σπύρος Σπυρομήλιος (1864-1930), αξιωματικός της Ελληνικής Χωροφυλακής, διακριθείς στον Μακεδονικό Αγώνα (καπετάν Μπούας), στους Βαλκανικούς Πολέμους κ.λπ.• Βουλευτής (Άρτης 1912• Αργυροκάστρου 1915 Δεκ.).

Εφημερίδα Λαός
ΣΥΝΤΑΚΤΗΣ: Εφημερίδα Λαός - Τοπική Εφημερίδα

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Έφυγε από τη ζωή ο Λύσανδρος Ορφανίδης σε ηλικία 91 ετών

Έφυγε από τη ζωή ο Λύσανδρος Ορφανίδης σε ηλικία 91 ετών

Έφυγε από τη ζωή και κηδεύεται την Κυριακή 19 Οκτωβρίου...

Έφυγε από τη ζωή η Ιφιγένεια Νικολαϊδου σε ηλικία 87 ετών

Έφυγε από τη ζωή η Ιφιγένεια Νικολαϊδου σε ηλικία 87...

Έφυγε από τη ζωή και κηδεύεται την Κυριακή 19 Οκτωβρίου...

6ο ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΒΕΡΟΙΑΣ - ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΣΕ «ΚΟΙΤΙΔΕΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ»

6ο ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΒΕΡΟΙΑΣ - ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΣΕ «ΚΟΙΤΙΔΕΣ...

Την Παρασκευή, 17 Οκτωβρίου 2025, η Α΄ τάξη του 6ου ...

Μήνυμα του Τάσου Μπαρτζώκα για την 113η Επέτειο Απελευθέρωσης της Αλεξάνδρειας

Μήνυμα του Τάσου Μπαρτζώκα για την 113η Επέτειο...

Ο Βουλευτής Ημαθίας της Νέας Δημοκρατίας, Τάσος...

Ιστορίες της καθημερινότητας « Άνεμος που δεν μποδίζει, άφησέ τον κι ας βουίζει»

Ιστορίες της καθημερινότητας « Άνεμος που δεν...

Του Θανάση Μελετίδη Την ημέρα εκείνη στη Βουλή των...

Ο αγώνας για την Παιδεία

Ο αγώνας για την Παιδεία

Του Ιερέως Παναγιώτου Σ.Χαλκιά«Διδασκάλους ζητητέον...

Ο Θεσσαλονικιός ψυχολόγος  Δρ. Σάββας Σαλπιστής, έγραψε το παρακάτω κείμενο,  που με συγκίνησε και δημοσιεύω με την άδειά του ένα απόσπασμα:

Ο Θεσσαλονικιός ψυχολόγος Δρ. Σάββας Σαλπιστής,...

Υπάρχουν γειτονιές που μένουνχαραγμένες μέσα μαςσαν...

ΤΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΤΩΝ   ΔΡΟΜΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΛΑΤΕΙΩΝ  ΚΑΙ Η ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΤΟΥΣ ΣΗΜΑΣΙΑ

ΤΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΤΩΝ ΔΡΟΜΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΛΑΤΕΙΩΝ ΚΑΙ Η...

Γράφει ο Αναστάσιος ΒασιάδηςΑποτελεί μια γενικότερη...

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟΙ ΤΙΤΛΟΙ ΣΧΕΤΙΚΩΝ ΑΡΘΡΩΝ

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ # ΝΕΑ

Σχετικά άρθρα

Η είδηση της αιφνίδιας απώλειας του 66χρονου ηλεκτρολόγου Γιώργου Κουτσιώνη, το πρωί της Τετάρτης (29/5/2024), σκόρπισε θλίψη στην κοινωνία της Βέροιας.  Ο Γιώργος Κουτσιώνης υπήρξε άριστος επαγγελματίας και...

Θανατηφόρο τροχαίο σημειώθηκε σήμερα, πρωί Δευτέρας 1 Απριλίου, λίγο πριν τις 10.00, στην Πατρίδα Βέροιας, όταν  ΙΧ αυτοκίνητο που κινούνταν απο Βέροια προς Νάουσα , ξέφυγε απο τον έλεγχο, πέρασε στο αντίθετο...

Από τη Διεύθυνση Περιβάλλοντος - Καθαριότητας και Πολιτικής Προστασίας του Δήμου Βέροιας, ανακοινώνεται ότι επικαιροποιήθηκε από την ΕΜΥ, το έκτακτο δελτίο επιδείνωσης καιρού, το οποίο για την περιοχή μας,...

Ο χαρακτηριστικός ήχος και το προειδοποιητικό μήνυμα από το 112 ελήφθη πριν λίγο(απόγευμα Δευτέρας 04/9) από τους κατοίκους σε όλη την Ημαθία. Το «καμπανάκι» από την Πολιτική Προστασία χτύπησε λόγω της...